Τελ. ενημέρωση: |
||
18-Sep-2000
|
Αρχ Ελλ Ιατρ, 16(5), Σεπτέμβριος-Οκτώβριος 1999, 480-487
ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ
Συχνότητα
αντι-HTLV-I-II σε αιμοδοτικό πληθυσμό στην Ελλάδα
Πολυκεντρική μελέτη
Κ. ΠΟΛΙΤΗ,1 Λ. ΚΑΒΑΛΛΙΕΡΟΥ,1
Ε. ΓΕΩΡΓΑΚΟΠΟΥΛΟΥ,2 Φ. ΓΟΥΝΑΡΗ,2 Ε. ΖΕΡΒΟΥ,3
Ι. ΣΠΗΛΙΩΤΟΠΟΥΛΟΥ,4 Ε. ΧΡΗΣΤΑΚΗ,5 Ι. ΚΑΛΙΤΖΕΡΗΣ,6
Κ. ΦΑΡΜΑΚΗ,7
Π. ΖΑΧΑΡΑΚΗ,8 Ο. ΜΑΡΑΝΤΙΔΟΥ,9 Α. ΓΑΝΟΧΩΡΙΤΗΣ,10
Ν. ΚΟΥΚΑΚΗΣ,11
Γ. ΧΑΤΖΗΔΗΜΗΤΡΙΟΥ,12 Χ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΠΟΥΛΟΥ6
1ΠΓΝΑ «Γ.
Γεννηματάς» 2Δρακοπούλειο Κέντρο Αιμοδοσίας ΝΕΕΣ 3ΠΠΓΝ
Ιωαννίνων 4ΠΓΝ Αττικής «ΚΑΤ» 5ΠΓΝΘ Αθηνών «Σωτηρία»
6ΓΝ Θεσσαλονίκης «ΑΧΕΠΑ» 7ΓΝΝ Κορίνθου 8Α'
ΓΠΝ Θεσσαλονίκης «Άγιος Παύλος» 9ΓΠΝ Ασκληπιείο Βούλας 10ΠΓΝ
Λάρισας
11ΓΝΝ Ρόδου 12ΠΓΝΑ «Ευαγγελισμός»
ΣΚΟΠΟΣ
Επειδή οι ανθρώπινοι λεμφοτροπικοί ιοί τύπος Ι και ΙΙ (HTLV-I-ΙΙ) μεταδίδονται
με τη μετάγγιση κυτταρικών στοιχείων του αίματος, έχει αρχίσει η εφαρμογή
του υποχρεωτικού ελέγχου του αίματος για αντισώματα έναντι των HTLV-I
και ΙΙ στην Ιαπωνία, τις ΗΠΑ και σε πολλές χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Στην εργασία αυτή μελετήθηκε σε μεγάλο αριθμό αιμοδοτών από διάφορες περιοχές
της χώρας ο επιπολασμός των αντισωμάτων έναντι των HTLV-I και ΙΙ, με σκοπό
τη διερεύνηση πρότασης για την εφαρμογή υποχρεωτικού ελέγχου του αίματος
για τις λοιμώξεις αυτές. Λέξεις ευρετηρίου: Αιμοδότες, ΗTLV-I-II, Ρετροϊκές λοιμώξεις. |
Οι ανθρώπινοι λεμφοτροπικοί ιοί τύπος Ι και ΙΙ (HTLV-I και HTLV-IΙ) ανήκουν στην ομάδα των ρετροϊών.1 Μεταδίδονται με τη σεξουαλική επαφή, τη μετάγγιση μολυσμένου ολικού αίματος και κυτταρικών στοιχείων του αίματος (αλλά όχι με το πλάσμα και τα παράγωγά του), με το θηλασμό και τη χρήση μολυσμένων βελονών στους χρήστες ενδοφλεβίων ναρκωτικών.1 Επιδημιολογικές και κλινικές μελέτες2–8 έχουν αποδείξει αιτιολογική συσχέτιση μεταξύ του HTLV-I και της λευχαιμίας των ενηλίκων από Τ-λεμφοκύτταρα, τροπικής σπαστικής παραπάρεσης, πολυμυοσίτιδας και ρευματικής νόσου. Πιθανή είναι η συσχέτιση του HTLV-I με το σύνδρομο Sjφgren, τη σπογγοειδή μυκητίαση και άλλες φλεγμονώδεις καταστάσεις. Αν και δεν υπάρχουν επαρκή βιβλιογραφικά δεδομένα σχετικά με την επιβίωση ατόμων μολυνθέντων με τον HTLV-I, θεωρείται ότι η πορεία της λοίμωξης είναι μακροχρόνια. Περιπτώσεις διπλολοίμωξης HTLV-I και HIV-1 έχουν αναφερθεί, καθώς και συνύπαρξης HTLV-I και σύφιλης. Η λοίμωξη HTLV-I είναι ενδημική στην Ιαπωνία, τη Δυτική Αφρική, την Καραϊβική, ορισμένες περιοχές της Νότιας και Βόρειας Αμερικής, τη Μελανησία και, τέλος, σε απομονωμένες, αρχέγονες φυλές.9 Σποραδικές περιπτώσεις ασυμπτωματικών ατόμων έχουν αναφερθεί σε μη ενδημικές περιοχές μεταξύ αιμοδοτών, πολυμεταγγιζόμενων και χρηστών ενδοφλεβίων ναρκωτικών.10–16
Ο HTLV-IΙ έχει απομονωθεί σε ασθενείς με λευχαιμία των τριχωτών κυττάρων. Αν και δεν έχει αποδειχθεί η αιτιολογική συσχέτιση του ιού αυτού με κάποια νόσο, μερικοί συγγραφείς θεωρούν ότι μπορεί να προκαλέσει νευρολογική πάθηση, όπως και ο HTLV-I.17 Ενδημεί στη Βόρεια, Νότια και Κεντρική Αμερική, στους Πυγμαίους της Κεντρικής Αφρικής και στην Κεντρική Ασία.18,19 Αντισώματα κατά του HTLV-IΙ έχουν βρεθεί σε χρήστες ενδοφλεβίων ναρκωτικών και σε αιμοδότες στις ΗΠΑ και αλλού. Η συχνότητα του αντι-HTLV-IΙ είναι μικρότερη στους ομοφυλόφιλους άνδρες συγκριτικά με τους χρήστες ενδοφλεβίων ναρκωτικών και το γεγονός αυτό δείχνει ότι ο εν λόγω ρετροϊός μεταδίδεται πιο εύκολα μέσω του αίματος παρά με τη σεξουαλική επαφή.20 Επειδή και οι δύο ιοί HTLV μπορεί να μεταδοθούν με το αίμα, ο έλεγχος των αιμοδοτών για αντισώματα έναντι των HTLV-I και ΙΙ άρχισε να εφαρμόζεται στην Ιαπωνία, τις ΗΠΑ και σε ορισμένες Ευρωπαϊκές χώρες, όπως η Γαλλία, η Φινλανδία, η Πορτογαλία, η Σουηδία, η Δανία κ.ά.20 Στην Ολλανδία, το Ηνωμένο Βασίλειο και αλλού ο έλεγχος του αίματος γίνεται σε νέους αιμοδότες.20,21 Η ομάδα εργασίας του Συμβουλίου της Ευρώπης για την Ποιοτική Διασφάλιση στην Αιμοδοσία θεωρεί ότι η συχνότητα των οροθετικών ατόμων για HTLV εξαρτάται κατά κύριο λόγο από τον αριθμό των ατόμων που προέρχονται από ενδημικές περιοχές και συνιστά ότι κάθε χώρα θα πρέπει να αναπτύξει τη δική της πολιτική ως προς τη λήψη μέτρων για τον περιορισμό της μετάδοσης της λοίμωξης.22
Το 1996 ανακοινώθηκε από το Δίκτυο Ευρωπαϊκής Έρευνας23 για τους HTLV (HERN) ότι η οροθετικότητα για τον HTLV-I στους αιμοδότες είναι σχετικά μικρή και κυμαίνεται μεταξύ 1:100.000 και 30:100.000 και ότι η λοίμωξη HTLV-IΙ είναι παρούσα κυρίως στους χρήστες ενδοφλεβίων ναρκωτικών και σε πολλές περιπτώσεις συνυπάρχει με τη HIV-λοίμωξη.23 Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΗΕRΝ, στις μαιευτικές κλινικές της Γαλλίας και του Ηνωμένου Βασιλείου η οροθετικότητα έναντι του HTLV-I είναι μεγαλύτερη του 0,2% και, τέλος, υπάρχουν σαφείς γεωγραφικές διαφορές στον επιπολασμό των HTLV-I και ΙΙ.23,24
Οι Courouce et al,25 στο 25ο διεθνές συνέδριο της ISBT για την αιμοδοσία, έφεραν στο φως νέα δεδομένα σχετικά με την πορεία των λοιμώξεων HTLV-I και ΙΙ σε οροθετικούς αιμοδότες. Ειδικότερα, η διάγνωση της μυελοπάθειας επιβεβαιώθηκε σε 4 από 166 οροθετικούς για αντι-HTLV-I και σε 1 από 404 οροθετικούς για αντι-HTLV-IΙ. Οι ίδιοι συγγραφείς επισημαίνουν ότι η διάγνωση των αντι-HTLV-I και ΙΙ είναι σήμερα απλή και αξιόπιστη λόγω βελτίωσης των ανοσοενζυμικών μεθόδων και προτείνουν την εφαρμογή της μεθόδου nested PCR μόνο σε περιπτώσεις χαμηλού τίτλου αντισωμάτων.
Στην Ελλάδα είναι περιορισμένος ο αριθμός των μελετών για τη λοίμωξη HTLV, τόσο στον αιμοδοτικό πληθυσμό, όσο και στις ομάδες υψηλού κινδύνου.26–29 Οι Πολίτη και συν ανέφεραν συχνότητα 1,4% σε πολυμεταγγιζόμενους ασθενείς και 0,02% σε αιμοδότες κατά την περίοδο 1991–1993.30
Η παρούσα μελέτη παρουσιάζει τα αποτελέσματα ανίχνευσης αντισωμάτων έναντι των HTLV-I-ΙΙ σε ομάδες αιμοδοτών από διάφορες περιοχές της Ελλάδας σε μια προσπάθεια εκτίμησης του επιπολασμού των HTLV σε μεγάλο αριθμό αιμοδοτών στα πλαίσια των Ευρωπαϊκών πολυκεντρικών ερευνών, με σκοπό την εφαρμογή κατάλληλων στρατηγικών για την ασφάλεια του αίματος.
ΥΛΙΚΟ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΣ
Μελετήθηκαν συνολικά 90.381 αιμοδότες ηλικίας 18 έως 65 ετών, προερχόμενοι από Αθήνα, Ιωάννινα, Θεσσαλονίκη, Κόρινθο, Λάρισα και Ρόδο.
Το πρωτόκολλο ελέγχου ακολούθησε τις οδηγίες του Ευρωπαϊκού Ερευνητικού Δικτύου HTLV (HERN) με την εφαρμογή κοινού αλγορίθμου για τη διάγνωση της λοίμωξης HTLV-I-ΙΙ (εικ. 1) και στηρίχθηκε στην αξιοπιστία των μεθόδων διαλογής σύμφωνα με το HERN (πίν. 1).23
Εφαρμόστηκαν οι ανοσοενζυμικές τεχνικές ELISA (Abbott HTLV I/II EIA, Μurex HTLV I/II ELISA) για τον πρωτογενή έλεγχο και η επιβεβαίωση έγινε με την τεχνική Western blot (Pasteur DLB 2.3 και Genelabs blot 2.4). Η ερμηνεία των αποτελεσμάτων είναι σύμφωνη με το HERN.23
Τα οροθετικά δείγματα με Western blot εξετάστηκαν για την παρουσία συλλοιμώξεων (HBV, HCV, HIV, σύφιλη).
Η πιθανή πηγή μόλυνσης για τους οροθετικούς αιμοδότες μελετήθηκε με βάση το ιστορικό κατά την προαιμοληπτική και μετααιμοληπτική διαδικασία και αναλύθηκε η αιμοδοτική συχνότητα και η κατηγορία αιμοδοτών (εθελοντές, προερχόμενοι από το συγγενικό περιβάλλον ασθενών και εθελοντές ενόπλων δυνάμεων).
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ
Τα αποτελέσματα της μελέτης συνοψίζονται στον πίνακα 2. Με την ανοσοενζυμική μέθοδο βρέθηκαν θετικά 76 (0,08%) δείγματα (47 από την Αττική, 15 από τα Ιωάννινα, 12 από τη Θεσσαλονίκη και 2 από την Κόρινθο). Με την επιβεβαιωτική μέθοδο βρέθηκαν θετικά 9 (0,009%) δείγματα (8 αντι-HTLV-I και 1 αντι-HTLV-IΙ) και 10 (0,01%) ακαθόριστα.
Από τους 8 HTLV-I-οροθετικούς αιμοδότες, οι 4 ήταν γυναίκες ηλικίας 33–52 ετών και οι υπόλοιποι 4 άνδρες ηλικίας 35–51 ετών (πίν. 3). Έξι ήταν σποραδικοί αιμοδότες. Μία γυναίκα HTLV-I-οροθετική έχει δώσει αίμα τρεις φορές. Κανείς από τους HTLV-I-ΙΙ-οροθετικούς αιμοδότες δεν εμφάνισε συλλοίμωξη με άλλους ιούς (HBV, HCV, HIV) ή με σύφιλη και όλοι βρίσκονται σε καλή φυσική κατάσταση. Κανείς δεν ανέφερε ιστορικό μετάγγισης ή επίσκεψης σε ενδημικές περιοχές του ιού. Κατά τη μετααιμοληπτική συνέντευξη, τρεις από τους αιμοδότες αποκάλυψαν ερωτική σχέση με ετεροφυλόφιλο σύντροφο σεξουαλικής συμπεριφοράς «υψηλού κινδύνου». Ο οροθετικός αιμοδότης για τον HTLV-IΙ είναι άνδρας ηλικίας 43 ετών, έχει δώσει αίμα δύο φορές και κατά τη μετααιμοληπτική διαδικασία αποκάλυψε ερωτική σχέση με αλλοδαπή εργαζόμενη σε bar, που πιθανώς έκανε χρήση ενδοφλεβίων ναρκωτικών.
Στον πίνακα 4 αναλύονται τα αντιγονικά διαγράμματα των 7 οροθετικών αιμοδοτών και του ενός HTLV-I-HTLV-IΙ-οροθετικού.
Ο αναδρομικός έλεγχος για αναζήτηση και διερεύνηση των ατόμων που μεταγγίστηκαν με το αίμα της τακτικής εθελόντριας αιμοδότριας δεν ολοκληρώθηκε, ενώ η εξέταση διαθέσιμων δειγμάτων των συζύγων και ερωτικών συντρόφων των οροθετικών αιμοδοτών έδειξε μετάδοση στη σύζυγο ενός αιμοδότη δύο χρόνια μετά τη διάγνωση της λοίμωξης σ' αυτόν και ενάμισυ χρόνο μετά από παρακολούθηση της συζύγου του. Η ορομετατροπή διαγνώστηκε στην τρίτη κατά σειρά εξέτασή της.
ΣΥΖΗΤΗΣΗ
Επειδή και οι δύο ρετροϊοί μπορεί να μεταδίδονται με κυτταρικά προϊόντα αίματος, ο έλεγχος των αιμοδοτών για αντισώματα κατά των HTLV-I και ΙΙ εφαρμόζεται στην Ιαπωνία, τις ΗΠΑ και σε άλλες χώρες της Δυτικής Ευρώπης, ενώ σε άλλες διενεργούνται πιλοτικές μελέτες για διερεύνηση του επιπολασμού των λοιμώξεων αυτών.23 Ποσοστό μεγαλύτερο από 99% των επιβεβαιωμένων θετικών αιμοδοτών είναι επίσης PCR-θετικοί, ενώ η απροσδιόριστη ή ψευδώς θετική κατάταξη είναι σπάνια.23
Ο τρέχων κίνδυνος λοίμωξης HTLV-I-ΙΙ στις ΗΠΑ από συμπυκνωμένα ερυθροκύτταρα και αιμοπετάλια εκτιμάται ότι είναι 1:641.000.31 Στην Ευρώπη, παρά τη μετανάστευση και την αύξηση του τουρισμού, η συχνότητα των HTLV-I και ΙΙ παραμένει χαμηλή.
Ειδικότερα, η συχνότητα του HTLV στην Ιταλία είναι 0,007%,32 στη Γαλλία 0,003%,25 στην Ολλανδία 0,002%, στο Ηνωμένο Βασίλειο 0,005%33 και στην Ελλάδα 0,02%.29 Στον ευρύτερο Ευρωπαϊκό χώρο, είναι υψηλότερη στη Ρωσία34 (0,04–0,1%) και στη Ρουμανία (0,6%).35 Πρόσφατα, στο Ιράν διαπιστώθηκε υψηλή συχνότητα, της τάξης περίπου του 2%, HTLV-I-θετικών αιμοδοτών.36 Στην Αγγλία, ο επιπολασμός του HTLV είναι όμοιος με εκείνον του HIV (0,005%)33 και η σύμπτωση αυτή μεταξύ της συχνότητας των αντισωμάτων κατά των HTLV και HIV αναφέρεται και στην Ελλάδα για τη χρονική περίοδο 1991–1993.27,37 Ο επιπολασμός του HTLV στην Ευρώπη δεν μπορεί να τεκμηριωθεί απολύτως, εφόσον μερικές μελέτες έχουν γίνει σε αριθμό αιμοδοτών μικρότερο των 10.000. Στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αν και μερικοί HTLV-I-θετικοί αιμοδότες προέρχονται από ενδημικές περιοχές του ιού, ένα σημαντικό ποσοστό οροθετικών είναι Καυκάσιες γυναίκες, στις οποίες η επιδημιολογική έρευνα έδειξε ότι ο μόνος παράγοντας κινδύνου ήταν η σεξουαλική επαφή με σύντροφο από ενδημικές περιοχές.23
Η σποραδική παρουσία του αντι-HTLV-IΙ σε αιμοδότες της Ευρώπης αναφέρεται σε τελευταίες έρευνες και μπορεί να σχετίζεται με το συνεχώς αυξανόμενο επιπολασμό των αντι-HTLV-I-ΙΙ σε χρήστες ενδοφλεβίων ναρκωτικών, όπως άλλωστε έχει σημειωθεί στις ΗΠΑ, όπου ποσοστό 1,8–8,9% των ατόμων αυτών έχουν μολυνθεί από τον HTLV-IΙ.12
Τα αντίστοιχα ποσοστά στην Ισπανία είναι 0,4–11,5%,38 στην Ιταλία 0,5–5,3%,39,40 στη Σουηδία 0,67–7,5%41,42 και στην Αγγλία 6,5%.43
Εκτός από την παρεντερική μετάδοση, η σεξουαλική επαφή, η κάθετη μετάδοση και ο θηλασμός από μητέρα σε παιδί έχουν μελετηθεί στην Ευρώπη, τόσο σε ερωτικούς συντρόφους οροθετικών ατόμων, όσο και σε έγκυες και θηλάζουσες μητέρες. Οι μελέτες αυτές έχουν δείξει ότι η λοίμωξη HTLV-I διασπείρεται στην Ευρώπη με σεξουαλική επαφή στις γυναίκες, των οποίων οι ερωτικοί σύντροφοι προέρχονται ή έχουν ζήσει σε ενδημικές περιοχές. Μελέτες που έχουν διεξαχθεί σε μαιευτικές κλινικές δείχνουν ότι η συχνότητα του HTLV-I σε νεαρές γυναίκες, που προέρχονται από ενδημικές περιοχές του ιού και τώρα διαμένουν στην Ευρώπη, είναι ίδια με τη συχνότητα που επικρατεί σε γυναίκες στις ενδημικές περιοχές και μάλιστα είναι 100–1000 φορές μεγαλύτερη από την αντίστοιχη των Ευρωπαίων αιμοδοτών, ενώ η αποφυγή του θηλασμού παιδιών οροθετικών μητέρων μειώνει τον κίνδυνο μετάδοσης του HTLV από μητέρα σε παιδί από 25% σε 5%.44,45
Στην Ελλάδα, τα βιβλιογραφικά δεδομένα δεν αναφέρουν μόλυνση των χρηστών ενδοφλεβίων ναρκωτικών με HTLV και δεν έχουν γίνει έρευνες σε έγκυες γυναίκες. Στον αιμοδοτικό πληθυσμό, οι πρώτες μελέτες της περιόδου 1987–1990 απέτυχαν να ανιχνεύσουν αντισώματα κατά του HTLV, καθώς και σε αιμοκαθαιρόμενους νεφροπαθείς, ενώ παρατηρήθηκε χαμηλή συχνότητα (1/159) στους πολυμεταγγιζόμενους θαλασσαιμικούς.26,27
Σε επόμενες μελέτες, στην περίοδο 1991–1993, παρατηρήθηκε αύξηση στη συχνότητα του αντι-HTLV-I στους θαλασσαιμικούς (5/357) και διαπιστώθηκε η παρουσία του ιού σε 2/11500 αιμοδότες (0,02%) και σε 1 αιμοκαθαιρόμενο νεφροπαθή.29,30
Στην παρούσα πολυκεντρική μελέτη 90.381 αιμοδοτών από διάφορες περιοχές της χώρας, διαπιστώθηκε συχνότητα 0,009% του HTLV-I σε άτομα που διαμένουν τόσο στην Αττική όσο και στη Θεσσαλονίκη, ενώ για πρώτη φορά στην Ελλάδα ανιχνεύτηκε η παρουσία του αντι-HTLV-IΙ σε αιμοδότη της Αθήνας. Η πλειοψηφία των οροθετικών ατόμων είναι σποραδικοί αιμοδότες.
Δύο αντι-HTLV-I (+) και ο ένας αντι-HTLV-IΙ (+) αιμοδότης αναφέρουν ετεροφυλική επαφή με άτομα σεξουαλικής συμπεριφοράς υψηλού κινδύνου και σε μία περίπτωση υπάρχει υπόνοια για χρήση ενδοφλεβίων ναρκωτικών από αλλοδαπή ερωτική σύντροφο, που εργαζόταν σε bar σε νησί με μεγάλη τουριστική κίνηση. Από την ορομετατροπή/παρακολούθηση των συζύγων των οροθετικών αιμοδοτών διαγνώστηκε HTLV-I σε μία γυναίκα μετά από τρεις διαδοχικούς ελέγχους σε διάστημα 18 μηνών. Όλα τα οροθετικά άτομα είναι καλά στην υγεία τους.
Οι διαχρονικές μελέτες μιας δεκαετίας για την επιδημιολογία των HTLV-I-ΙΙ, τόσο στην Ελλάδα όσο και διεθνώς, δείχνουν ότι η επιλογή των αιμοδοτών με βάση μόνο το ιστορικό και κριτήριο αποκλεισμού από αιμοδοσία την εθνικότητα και την προέλευση των υποψηφίων αιμοδοτών από ενδημικές περιοχές του HTLV, δεν μπορεί να αποτελέσει ασφαλές μέτρο περιορισμού της μετάδοσης της λοίμωξης με το αίμα. Επειδή η σεξουαλική μετάδοση και η χρήση ενδοφλεβίων ναρκωτικών έχουν αλλάξει την επιδημιολογία του HTLV στην Ευρώπη, η Ελλάδα, που έχει μεγάλη τουριστική κίνηση και είναι ναυτική χώρα, δεν μπορεί να παραβλέψει τους κινδύνους μετάδοσης των HTLV-I-ΙΙ με τη μετάγγιση αίματος. Αν και η λοίμωξη HTLV-I-ΙΙ είναι μια αργά εξελισσόμενη νόσος, η πιθανότητα ανάπτυξης Τ-κυτταρικής λευχαιμίας των ενηλίκων και τροπικής σπαστικής παραπάρεσης ή μυελοπάθειας στα μολυσμένα άτομα επιβάλλει τον υποχρεωτικό έλεγχο του αίματος για αντι-HTLV-I-ΙΙ. Η παρακολούθηση των οροθετικών αιμοδοτών από κλινική και ανοσολογική άποψη για μελλοντική εμφάνιση νόσου, καθώς και η διερεύνηση της διασποράς της λοίμωξης σε ερωτικούς συντρόφους των οροθετικών αιμοδοτών, είναι επίσης αναγκαία. Οδηγίες για τη διαδικασία γνωστοποίησης και συμβουλευτικής του θετικού αποτελέσματος στους αιμοδότες πρέπει να εκπονηθούν από την Εθνική Υπηρεσία Αιμοδοσίας σύμφωνα και με τα διεθνή πρότυπα.46
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ