Τελ. ενημέρωση:

   09-Mar-2009
 

Αρχ Ελλ Ιατρ, 25(6), Νοέμβριος-Δεκέμβριος 2008, 729-741

ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΗ

Νεφρολιθίαση. Διάγνωση και προσπέλαση από τον ειδικό και το μη ειδικό γιατρό

Μ. Σονικιάν,1 Π. Μεταξάκη,1 Δ. Παπαβασιλείου,2 Ι. Σκαράκης3
1Νεφρολογικό Τμήμα,
2Α΄ Παθολογική Κλινική, Γενικό Νοσοκομείο Μελισσίων «Α. Φλέμιγκ»
3Χημικό Τμήμα, Πανεπιστήμιο Αθήνας, Αθήνα

Η νεφρολιθίαση είναι σχετικά συνήθης νόσος, συχνότερη στη λευκή φυλή και στους άνδρες. Οι κύριοι τύποι ουρολίθων αποτελούνται από οξαλικό ή φωσφορικό ασβέστιο (80%), ουρικό, στρουβίτη και κυστίνη. Οι ασθενείς μπορεί να είναι ασυμπτωματικοί ή να παρουσιάσουν κωλικό νεφρού ή άτυπα συμπτώματα ή επιπλοκές (όπως απόφραξη), οι οποίες χρειάζονται παρέμβαση των ειδικών γιατρών. Σε ασθενείς με πρωτοεμφανιζόμενο μονήρη λίθο χωρίς παράγοντες κινδύνου ή με ελαφρά νόσο, μπορεί να διενεργηθεί και από μη ειδικό γιατρό ο στοιχειώδης διαγνωστικός έλεγχος, που περιλαμβάνει λήψη ιστορικού με αναζήτηση παραγόντων κινδύνου για δημιουργία λίθων, ακτινολογικό έλεγχο, εξετάσεις ούρων, βιοχημικές εξετάσεις αίματος και ανάλυση λίθου, εάν υπάρχει. Στη λήψη ιστορικού μπορεί να αποκαλυφθεί οικογενειακό ιστορικό λιθίασης, υποκείμενη πάθηση που προδιαθέτει για λιθίαση (όπως ουρική αρθρίτιδα) ή τρόπος ζωής ευνοϊκός για σχηματισμό λίθων (επάγγελμα, διαιτητικές συνήθειες, κατανάλωση υγρών, λήψη φαρμάκων). Η ελικοειδής αξονική τομογραφία χωρίς σκιαγραφικό θεωρείται σήμερα η μέθοδος αναφοράς στην ακτινολογική διάγνωση και μπορεί να αναδείξει τον τύπο των λίθων, τη θέση τους και το βαθμό της απόφραξης. Η ενδοφλέβια πυελογραφία, που έχει περιορισμένη εφαρμογή λόγω δυνητικών επιπλοκών, είναι χρήσιμη στην ανάδειξη ανατομικών ανωμαλιών του ουροποιητικού και στη διάγνωση του σπογγώδους νεφρού. Η απλή ακτινογραφία νεφρών-ουρητήρα-κύστης, σε συνδυασμό με το υπερηχογράφημα -εξέταση επιλογής κατά την εγκυμοσύνη- βοηθούν στην παρακολούθηση των ασθενών. Αλκαλικό pH ούρων >7,5 είναι συμβατό με φλεγμονώδη λιθίαση, ενώ pH <5,5 ευνοεί ουρική λιθίαση. Ειδικοί τύποι κρυστάλλων στο ίζημα των ούρων μπορούν να δώσουν στοιχεία ως προς τη σύσταση των λίθων. Υπερασβεστιαιμία καθιστά αναγκαία τη μέτρηση της παραθορμόνης ορού για τη διάγνωση πρωτοπαθούς υπερπαραθυρεοειδισμού. Χαμηλή συγκέντρωση διττανθρακικών πλάσματος είναι ενδεικτική άπω νεφροσωληναριακής οξέωσης ή χρονίας διάρροιας. Οι διαθέσιμοι λίθοι πρέπει να αναλύονται για να προσδιορίζεται η σύστασή τους σε κρυστάλλους, ώστε να επιλεγεί το κατάλληλο είδος θεραπείας. Σε ομάδες μέτριου ή υψηλού κινδύνου συνιστάται εκτενέστερος μεταβολικός έλεγχος από ειδικό γιατρό, με δύο ή τρεις συλλογές ούρων 24ώρου στα πλαίσια εξωτερικού ιατρείου, τουλάχιστον 2-3 μήνες μετά από οξύ επεισόδιο. Υπερασβεστιουρία, υπερουρικοζουρία, υπεροξαλουρία και υποκιτρικουρία είναι πιθανές υποκείμενες αιτίες λιθιασικής νόσου. Η απόφαση για πλήρη αξιολόγηση με συλλογές ούρων 24ώρου πρέπει να λαμβάνεται σε συνεργασία ιατρών και ασθενούς, αφού ασθενείς με πρωτοεμφανιζόμενο μονήρη λίθο και ασθενείς με πολλαπλούς υποτροπιάζοντες λίθους έχουν τους ίδιους υποκείμενους παράγοντες κινδύνου και την ίδια σοβαρότητα της νόσου.

Λέξεις ευρετηρίου: Ακτινολογική διάγνωση, Κωλικός νεφρού, Μεταβολικός έλεγχος, Νεφρολιθίαση, Σύσταση ουρολίθων.


© Αρχεία Ελληνικής Ιατρικής