Τελ. ενημέρωση:

   11-Jan-2006
 

Αρχ Ελλ Ιατρ, 22(5), Σεπτέμβριος-Οκτώβριος 2005, 425-432

ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΗ

Καρδιαγγειακές επιπτώσεις των υποκλινικών διαταραχών της θυρεοειδικής λειτουργίας

Ν.Α. Τρίτος,1,4 Π.Γ. Δανιάς2-4
1Κλινική Joslin και Τμήμα Ενδοκρινολογίας, Ιατρικό Κέντρο Beth Israel Deaconess, Βοστώνη, ΗΠΑ
2Τμήμα Καρδιολογίας, Ιατρικό Κέντρο Beth Israel Deaconess, Βοστώνη, ΗΠΑ
3Νοσοκομείο «Υγεία», Μαρούσι
4Ιατρική Σχολή Harvard, Βοστώνη, ΗΠΑ

Οι υποκλινικές διαταραχές της θυρεοειδικής λειτουργίας, υποκλινικός υπερθυρεοειδισμός και υποθυρεοειδισμός, χαρακτηρίζονται από χαμηλή ή υψηλή συγκέντρωση θυρεοειδοτρόπου ορμόνης, αντίστοιχα, και φυσιολογικές συγκεντρώσεις ελεύθερων θυρεοειδικών ορμονών ορού. Αν και κλινικά ολιγοσυμπτωματικές, οι καταστάσεις αυτές έχουν σχετιστεί με καρδιαγγειακές μεταβολές, αυξημένη νοσηρότητα και ενδεχομένως θνησιμότητα. Σε ασθενείς με υποκλινικό υπερθυρεοειδισμό έχουν αναφερθεί αύξηση της μάζας της αριστερής κοιλίας, διαταραχή της διαστολικής πλήρωσης και συστολική δυσλειτουργία κατά την άσκηση. Ο υποκλινικός υπερθυρεοειδισμός σχετίζεται με υψηλότερη μέση καρδιακή συχνότητα και αυξημένη επίπτωση κολπικής μαρμαρυγής σε ηλικιωμένα άτομα, παρόμοια με τον κλινικό υπερθυρεοειδισμό. Τέλος, ηλικιωμένοι ασθενείς με υποκλινικό υπερθυρεοειδισμό έχουν υψηλότερη καρδιαγγειακή θνησιμότητα. Σε ασθενείς με υποκλινικό υποθυρεοειδισμό έχουν αναφερθεί διαστολική δυσλειτουργία σε ηρεμία αλλά και συστολική δυσλειτουργία κατά την άσκηση, καθώς επίσης και αυξημένος κίνδυνος εκδήλωσης στεφανιαίας νόσου. Υπερλιπιδαιμία, διαστολική υπέρταση, υπερομοκυστεϊναιμία, αύξηση της C-αντιδρώσας πρωτεΐνης ορού και ενδοθηλιακή δυσλειτουργία σχετίζονται επίσης με τον υποκλινικό υποθυρεοειδισμό και ίσως ευθύνονται για τη συσχέτιση αυτού με τη στεφανιαία νόσο. Από παθοφυσιολογική άποψη, οι θυρεοειδικές ορμόνες ασκούν άμεσες και έμμεσες δράσεις στην καρδιά και στα αγγεία. Ωστόσο, οι λεπτομερείς μηχανισμοί που οδηγούν στην εκδήλωση λειτουργικών διαταραχών και αυξημένης καρδιαγγειακής νοσηρότητας σε ασθενείς με υποκλινικές διαταραχές της θυρεοειδικής λειτουργίας δεν είναι ακόμη γνωστοί με βεβαιότητα. Η αποκατάσταση του ευθυρεοειδισμού σε ασθενείς με υποκλινικές διαταραχές της θυρεοειδικής λειτουργίας βελτιώνει ή αναστρέφει ορισμένες από τις καρδιαγγειακές βλαπτικές συνέπειες. Περισσότερες μελέτες είναι αναγκαίες για τη λεπτομερή εξακρίβωση των επιδράσεων των υποκλινικών διαταραχών της θυρεοειδικής λειτουργίας στην καρδιά, καθώς και της αποτελεσματικότητας των σχετικών θεραπευτικών χειρισμών, με σκοπό την πρόληψη της καρδιαγγειακής νοσηρότητας και θνησιμότητας.

Λέξεις ευρετηρίου: Θυρεοειδής, Καρδιά, Κολπική μαρμαρυγή, Υποκλινικός υπερθυρεοειδισμός, Υποκλινικός υποθυρεοειδισμός.


© Αρχεία Ελληνικής Ιατρικής